- τέφρα
- τέφρ-α, [dialect] Ep. and [dialect] Ion. [full] τέφρη, ἡ,A ashes, as of the funeral pile, Il. 23.251;
νεκταρέῳ δὲ χιτῶνι μέλαιν' ἀμφίζανε τέφρη 18.25
; ὁ ἀὴρ ὁ ἐγκατακλειόμενος ἐν ταῖς θήκαις (coffins) . . διαλύει πάντ' εἰς τ. Thphr. Ign.47; τ. πηγνυμένη νιφετὸν [σημαίνει] Id.Sign.42; κἠπὶ τὴν τέφρην οἰχνεῖ (sc. τὸ πῦρ) Call. in PSI11.1216.35; καταπάσας τέφραν, ἐμπάσαι τῆς τέφρας, Ar.Nu.177, Pl.Ly.210a; δόξαι τινὰ ψάμμον ἢ τ.ἐσθίειν Gal.6.782
;ἐκκρίνασα τὴν οἷον τ. τῶν ὑπεροπτηθέντων χυμῶν Id.18(2).279
; τέφρᾳ τιλθῆναι, prob. lime, Ar.Nu.1083 (τίτανος is a form of τ. acc. to Gal. 12.140); ἡ τ. ἡ Φρυγία was used for eye-disease, Arist.Mir.834b30 (cf. Pl. l.c.); soτ. κληματίνη Dsc.5.117
; τῆς τ. πλυθείσης ἡ κονία (cf.κονία 11
)γίνεται Gal.12.222
, cf. Thphr.HP5.9.5: prov.,ὅρκους . . εἰς τέφραν γράφειν Philonid.7
; tefre, = nugacitas, Gloss. (With τεφ- [from θεφ-] cf. Skt. dáhati, Lith. degù 'burn', Lat. favilla, Gr. θέπτανος.)
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.